H αγορά των βιολογικών προϊόντων δεν έμεινε αλώβητη από την συνεχιζόμενη ύφεση, ωστόσο την ίδια ώρα ο αριθμός των νέων παραγωγών που αρχίζει να ασχολείται με τις βιολογικές καλλιέργειες βαίνει αυξανόμενος.
Αναλυτικότερα, μολονότι δεν υπάρχουν επίσημα καταγεγραμμένα στοιχεία, οι εκτιμήσεις των παραγόντων της αγοράς αναφέρουν ότι ο τζίρος στα βιολογικά προϊόντα διαμορφώθηκε το 2012 στα 93 εκατ. ευρώ, μειωμένος σε ποσοστό περί το 7% έναντι των δύο περασμένων χρόνων, όταν οι επίσημες μελέτες της ICAP κατέγραφαν πωλήσεις στα 100 εκατ. ευρώ.
Όπως αναφέρουν στην «Ν» στελέχη του κλάδου μεσούσης της κρίσης η αγορά των βιολογικών έχει δεχθεί σημαντικές πιέσεις, που μεταφράζονται σε υποχώρηση της ζήτησης σε ποσοστό περί το 30%, παρά το γεγονός ότι οι παραγωγοί έχουν ρίξει σημαντικά τις τιμές διάθεσης των προϊόντων τους, σε αντίστοιχα επίπεδα του 30%. Αξίζει να επισημανθεί ότι τα βιολογικά εμφανίζουν συγκριτικά υψηλότερες τιμές 20-30% έναντι των συμβατικών, εξαιτίας κυρίως του μεγαλύτερο κόστους παραγωγής τους.
Ωστόσο, παρά τη μείωση του τζίρου, η εν λόγω κατηγορία απολαμβάνει την πιστότητα των καταναλωτών καθώς όπως επισημαίνει στην «Ν» ο κ. Μαίστρος Καραμπάσης, γραμματέας του Συλλόγου Βιοκαλλιεργητών Αττικής «όσοι τα έχουν δοκιμάσει δύσκολα επιστρέφουν στα συμβατικά».
Σύμφωνα με τα καταγεγγραμένα στοιχεία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων οι βιοκαλλιεργητές στη χώρα μας ανέρχονταν το 2012 στους 23.429, ωστόσο όπως επισημαίνουν μέλη του Συλλόγου από αυτούς μόνο οι 1.000 συμμετέχουν σε λαϊκές αγορές.
Οι υπόλοιποι επιλέγουν να διαθέτουν τα προϊόντα τους στα σούπερ μάρκετ, τα οποία πριν από δύο χρόνια αντιπροσώπευαν το 60% του ετήσιου συνολικού τζίρου της αγοράς, σύμφωνα με στοιχεία της ICAP, σε καταστήματα με βιολογικά προϊόντα (σε ποσοστό 30%-33%) και ελάχιστοι εξάγουν.
Όσον αφορά στις εξαγωγές, παρά τις σημαντικές προοπτικές που θα μπορούσαν να εμφανίσουν τα εγχώρια προϊόντα, τα ποσοστά παραμένουν χαμηλά. «Εξαγωγές γίνονται συνήθως σε εσπεριδοειδή από μεμονωμένους παραγωγούς και όχι οργανωμένες ενέργειες συνεταιρισμών», τονίζει στη «Ν» ο Τσοκανής Χαράλαμπος, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Ενώσεων Βιοκαλλιεργητών Ελλάδος, ενώ σύμφωνα με την κ. Κορνάρου Μαρία, υπεύθυνη Διαχείρισης ποιότητας στην εταιρεία Biohellas, «απαραίτητη προϋπόθεση για να εξαχθούν προϊόντα είναι οι ανάλογες πιστοποιήσεις που θα πρέπει να διαθέτουν».
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο κλάδος των βιολογικών προϊόντων στη χώρα μας αποτελούνταν κατά πλειοψηφία από επιχειρήσεις μικρού μεγέθους, οικογενειακού χαρακτήρα. Ωστόσο, το τελευταίο διάστημα παρατηρείται έντονο ενδιαφέρον από νέους κυρίως παραγωγούς να αναπτυχθούν στην εν λόγω δραστηριότητα. Ως εκ τούτου, έχουν αρχίσει να δημιουργούνται μεγαλύτερες επιχειρήσεις , οι οποίες εφοδιάζονται με όλες τις απαραίτητες πιστοποιήσεις ποιότητας, με γνώμονα να κερδίσουν κυρίως τις αγορές του εξωτερικού.
« Η εξαιρετική ποιότητα αγροτικών προϊόντων που παράγεται στην ελληνική γη, μπορεί να αποτελέσει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στις διεθνείς αγορές. Οι ξένοι καταναλωτές έχουν αναπτύξει μια πιο συγκροτημένη στάση έναντι των βιολογικών προιόντων και διαθέτουν μεγαλύτερη ενημέρωση στα οφέλη τους συγκριτικά με τα συμβατικά» επισημαίνουν παράγοντες της αγοράς.
Ταυτόχρονα υπογραμμίζουν ότι «απαιτείται ενιαία στρατηγική στην τιμολόγηση των βιολογικών προϊόντων και θέσπιση μηχανισμού ελέγχου, που να εγγυάται για την ποιότητά τους» προκειμένου ο κλάδος να καταφέρει να αξιοποιήσει τις τεράστιες προοπτικές ανάπτυξης που εμφανίζονται.
Διαφωνούν με farmers market οι βιοκαλλιεργητές
Στο μεταξύ, ως αισιόδοξη πρωτοβουλία επί της αρχής χαρακτηρίζεται από τους βιοκαλλιεργητές η ιδέα των farmers market, στα οποία οι παραγωγοί αγροτικών προϊόντων της Περιφέρειας θα διαθέτουν απευθείας τα προϊόντα τους στον καταναλωτή. Όμως, οι βιοκαλλιεργητές υποστηρίζουν ότι στην πράξη αποκλείονται από αυτές τις αγορές εξαιτίας της συνύπαρξής τους με τους συμβατικούς παραγωγούς. «Πέρα από τον αθέμιτο ανταγωνισμό θα υπάρχει και σύγχυση στους καταναλωτές καθώς θα βλέπουν τις διαφοροποιήσεις στις τιμές» αναφέρει ο κ. Καραμπάσης.
Στο πλαίσιο αυτό, ο Σύλλογος Βιοκαλλιεργητών Αγορών Αττικής κατέθεσε ανακοίνωση - υπόµνηµα στο αρμόδιο υπουργείο , µε το οποίο ζητούσε την δημιουργία συγκεκριμένης νομοθετικής ρύθμισης η οποία να προβλέπει έναν τύπο αγοράς (αγορές βιοκαλλιεργητών - organic farmers’ markets) διακριτό και ξεχωριστό, καθώς και τη λειτουργία τους από ∆ευτέρα έως Σάββατο.
Την ίδια ώρα, αντίθετοι εμφανίζονται οι βιοκαλλιεργητές και με τη ιδιωτική πρωτοβουλία που αφορά στην λειτουργία στεγασμένης λαικής αγοράς, όπως για παράδειγμα το Farmer’s Republic που ξεκίνησε να λειτουργεί στις 25 Ιανουαρίου στον Άγιο Στέφανο Αττικής, διότι απαιτείται κόστος συμμετοχής από τους παραγωγούς και κόστος μετακίνησης του κόσμου σε αυτή.
«Τέτοιες ενέργειες δεν αποσκοπούν στο κέρδος του παραγωγού, αλλά στο κέρδος του εκάστοτε ιδιώτη» επισημαίνει ο κ. Καραμπάσης.
Παράλληλα, τίθεται και το θέμα της άδειας, όπου για τις λαϊκές αγορές διαθέτουν άδεια παραγωγών, ενώ για τις ιδιωτικές λαϊκές χρειάζεσαι άδεια πλανοδίου. Και αυτό γιατί ο εκάστοτε παραγωγός δεν μπορεί να έχει δύο άδειες , με αποτέλεσμα να χάνει τη δυνατότητα συμμετοχής στις λαϊκές, εάν επιλέξει την συμμετοχή του σ’ αυτή την ιδιωτική πρωτοβουλία, τονίζουν οι εκπρόσωποι του χώρου.
Πέρσα Κούσουλα για τη Ναυτεμπορική